ἀγροτικός: -ή, -όν, ὁ ἐν ἀγρῷ κατοικῶν, χωρικός, Εὐστ. 261. 24, κτλ. ΙΙ. ὁ ἀγαπῶν τὴν ἄγραν, τὴν θήραν, Τζέτζ. εἰς Λυκόφρ. στίχ. 400, ἔνθα τὰ χειρόγραφα ἔχουσιν ἀγρευταί.