βρίζα
English (LSJ)
ἡ,
A rye, Secale cereale, in Thrace and Macedonia, Gal.6.514. (Probably a Thracian word, cognate with Lith. rugiai 'rye', Engl. rye, etc.) II Aeol. for ῥίζα, A.D. Adv.157.20, Greg.Cor.p.576 S.
German (Pape)
[Seite 464] ἡ, eine dem Rocken ähnliche Getreideart in Thracien u. Macedonien (Wrisa), Galen.
Greek (Liddell-Scott)
βρίζα: ἡ, σιτηρόν τι ἐν Θράκῃ καὶ Μακεδονίᾳ ἔτι καὶ νῦν καλούμενον οὕτω, τοῦ αὐτοῦ εἴδους μὲ τὸ καλούμενον τίφη, Γαλην. (Ἡ λέξις φαίνεται οὖσα Αἰολικὴ ἀντὶ τοῦ ῥίζα, Γρηγ. Κορ. σ. 576.)