πλαισός
English (LSJ)
ή, όν,
A = βλαισός, Phot.
German (Pape)
[Seite 624] = βλαισός, Phot. erkl. γονύκροτος.
Greek (Liddell-Scott)
πλαισός: -ή, -όν, = βλαισός, Φώτ.
ή, όν,
A = βλαισός, Phot.
[Seite 624] = βλαισός, Phot. erkl. γονύκροτος.
πλαισός: -ή, -όν, = βλαισός, Φώτ.