χρυσοθήρας
German (Pape)
[Seite 1380] ὁ, Goldjäger, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσοθήρας: -ου, ὁ, ὁ θηρεύων χρυσόν, ζητῶν νὰ εὕρῃ χρυσόν, τοῖς χρυσοθήραις ἄρχουσιν Νικήτ. Χρον. 338Α.
[Seite 1380] ὁ, Goldjäger, Sp.
χρῡσοθήρας: -ου, ὁ, ὁ θηρεύων χρυσόν, ζητῶν νὰ εὕρῃ χρυσόν, τοῖς χρυσοθήραις ἄρχουσιν Νικήτ. Χρον. 338Α.