Ἀερία
English (LSJ)
ας, Ion. Ἠερίη, ης, ἡ, old name of Egypt, prob. from ἀήρ,
A the misty land, A.Supp.75, cf. A.R.4.267; also of Crete, Plin.HN 4.58. II name of plant, PMag.Par.1.2360.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀερία: ας, Ἰων. Ἠερίη, ης, ἡ, παλαιὸν ὄνομα τῆς Αἰγύπτου· πιθαν. ἐκ τοῦ ἀήρ· = ἡ ὀμιχλώδης ἢ σκοτεινὴ χώρα, Αἰσχύλ. Ἱκ. 78· πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. 4. 267· ἐπίσης καὶ τῆς Κρήτης, Πλίν. Hist. Nat. 4. 20.