ιος, ἡ,
A pestle, Call.Fr.178, Nic.Th.109.
[Seite 9] ιος, ἡ, Keule zum Stampfen, Zerstoßen; Nic. Ther. 108; Callim. fr. 178; Haken, p. 90.
λάκτις: -ιος, ἡ, ὕπερος, «γουδοχέρι», Καλλ. Ἀποσπ. 178, Νικ. Θηρ. 109.