ον,
A plunged deep in war, Pi.P.2.1.
[Seite 424] Ἄρης, stets, tief im Kriege begriffen, Pind. P. 2, 1.
βᾰθῠπόλεμος: -ον, βεβυθισμένος εἰς πόλεμον, Ἄρης Πίνδ. Π. 2. 2.