ἔνδινα

Revision as of 11:42, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_21)

English (LSJ)

τά,

   A entrails, ὁππότερός κε φθῇσιν... ψαύσῃ δ' ἐνδίνων Il.23.806.

German (Pape)

[Seite 834] τά, das Innere, ψαύειν ἐνδίνων Il. 23, 806, entweder Eingeweide oder die unter dem Panzer verborgenen Theile.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνδῑνα: τά, τὰ ἐντόσθια, Λατ. intestina, μόνον ἐν Ἰλ. Ψ. 806, ὁππότερός κε φθῇσιν..., ψαύσῃ δ’ ἐνδίνων, ὁ λόγος περὶ πλαστῆς μάχης. Ἀλλ’ ἐπειδὴἔννοια αὕτη ἁρμόζει μᾶλλον εἰς ἀληθῆ μάχην, οἱ παλαιοὶ ἡρμήνευον τὴν λέξιν ὡς σημαίνουσαν: «τῶν ἐντὸς ὅπλων μελῶν» (Σχόλ.)· ἀλλ’ ἴσως ὁ Heyne ἔχει δίκαιον θεωρῶν τὸν στίχον ὡς παρεγγεγραμμένον (ἐκ τοῦ ἐν, ἔνδον, πρβλ. ἔντερα).