δημοτελής

Revision as of 19:27, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

English (LSJ)

ές, (τέλος)

   A at the public cost, θυσίη Hdt.6.57, cf. Pl.Lg.935b, Plb.6.53.6, CIG3493.7 (Thyatira); ἑορτή Th.2.15, cf. OGI56.41 (iii B. C.); πανάγυριν δαμοτέλην (sic) IG12(2).645.44 (Nesus); δ. ἱερὰ τελεῖν Orac. ap. D.21.53.    2 with public authority, sovereign, ἐκκλησία AJA18.324 (Sardis). Adv. -λῶς Suid.    II epith. of Demeter, IG12(7).4.5 (Amorgos).

German (Pape)

[Seite 565] ές, auf Staatskosten, öffentlich; ἱερά, Hesych. εἰς ἃ θύματα δίδωσιν ἡ πολις; Dem. 59, 85, womit Aesch. 1, 21 εἰς τὰ δ. ἱερὰ εἰσιέναι zu vgl.; so θυσία Her. 6, 57; Plat. Legg. XI, 935 b; ἑορτή Thuc. 2, 15; πομπή Luc. Amor. 39; u. a. Sp.; vgl. δημοτικός.

Greek (Liddell-Scott)

δημοτελής: -ές, (τέλος) δι’ ἐξόδων τοῦ δημοσίου, δημόσιος, θυσία Ἡρόδ. 6. 57, Συλλ. Ἐπιγρ. 3493. 9· ἑορτή Θουκ. 2. 15· δημ. ἱερὰ τελεῖν Δημ. 531. 25· τὰ ἱερὰ τὰ δ., ἀντίθετον τὰ ἰδιωτικά, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 9. ― Ἐπίρρ. -λῶς Σουΐδ.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
accompli ou célébré au nom ou aux frais de l’État.
Étymologie: δῆμος, τέλος.