ἐπιρρητορεύω
English (LSJ)
A declaim over, τί τινι Luc.Hist.Conscr.26; τι κατά τινος Ach.Tat.8.8. II. introduce besides, τοὺς ἐπιλογικοὺς οἴκτους Ath.13.590e.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιρρητορεύω: ῥητορεύω ἐπί τινος, ἐπάνω εἴς τινα, ὃς τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα ἐπερρητόρευσεν αὐτῷ Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 26· τι κατά τινος Ἀχ. Τάτ. 8. 8. ΙΙ. εἰσάγω πρὸς τούτοις ὡς ῥητορικὸν ἐπίλογον, Ἀθήν. 590Ε.
French (Bailly abrégé)
débiter sur un ton de rhéteur, déclamer.
Étymologie: ἐπί, ῥητορεύω.