ἡ,
A forgivcness (cf. αἰδέομαι 11.2), Arist.Ath.57.3, cf. D.21.43.
αἴδεσις: ἡ, σεβασμός, συμπάθεια, αἰδέσεως καὶ φιανθρωπίας, Δημ. 528. 8.
εως (ἡ) :pitié, compassion.Étymologie: αἰδέομαι.