ὑπερίημι

Revision as of 19:55, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_5)

English (LSJ)

   A send farther, send beyond the mark, οὔτις Φαιήκων τόδε γ' ἵξεται οὐδ' ὑπερήσει Od.8.198.    II Med., go on high, ἠέλιος ὑπεριέμενος Xenoph.31.

German (Pape)

[Seite 1197] (s. ἵημι), weiter, darüber hinauswerfen, οὔτις Φαιήκων τόν γ' ἵξεται οὐδ' ὑπερήσει, Od. >8, 198.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερίημι: μέλλ. -ήσω, ῥίπτω περαιτέρω, ὑπερβαίνω τινὰ εἰς τὸ ῥίψιμον, οὔτις Φαιήκων τόν γ’ ἵξεται οὐδ’ ὑπερήσει Ὀδ. Θ. 198. ΙΙ. Μέσ. ὑψοῦμαι, ἀναβαίνω, ἠέλιος ὑπεριέμενος Ξενοφάν. ἐν Ἡρακλείδ. Ἀλληγ. 44· πρβλ. Ὑπερίων.

French (Bailly abrégé)

f. ὑπερήσω, ao. ὑπερῆκα, etc.
lancer au delà du point atteint par un des concurrents.
Étymologie: ὑπέρ, ἵημι.