ταρφέες
German (Pape)
[Seite 1072] οἱ, ταρφέα, τά, s. ταρφύς.
Greek (Liddell-Scott)
ταρφέες: οἱ, ταρφέα, τά, ἴδε ἐν λ. ταρφύς.
French (Bailly abrégé)
v. ταρφύς.
[Seite 1072] οἱ, ταρφέα, τά, s. ταρφύς.
ταρφέες: οἱ, ταρφέα, τά, ἴδε ἐν λ. ταρφύς.
v. ταρφύς.