Σεμέλα
English (Slater)
Σεμέλα (cf. Θυώνα.) daughter of Kadmos, mother of Dionysos.
1ζώει μὲν ἐν Ὀλυμπίοις ἀποθανοῖσα βρόμῳ κεραυνοῦ τανυέθειρα Σεμέλα (O. 2.26) Κάδμου κόραι, Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις, Ἰνὼ δὲ (P. 11.1) [Σεμέλην secl. edd. ut gloss. fr. 75. 12.] οἰχνεῖ τε Σεμέλαν ἑλικάμπυκα χοροί fr. 75. 19.