ἀγυιᾶτις
ἔγνω δὲ φώρ τε φῶρα καὶ λύκος λύκον → the thief knows the thief and the wolf knows the wolf, and thief knows thief and wolf his fellow wolf, set a thief to catch a thief
English (LSJ)
ιδος, ἡ, fem. from ἀγυιάτης, neighbour, Pi. P. 11.1. Adj. -άτιδες, θεραπεῖαι worship of Apollo Agyieus, E. Ion 186 (lyr.).
Spanish (DGE)
-ιδος
• Prosodia: [ᾰ-]
1 vecina, compañera Σεμέλα ... Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτι Pi.P.11.1.
2 relativo o pertenenciente a Apolo Agieo ἀγυιάτιδες θεραπεῖαι cultos en honor a Apolo Agieo E.Io 186.
3 de la calle, popular τῆς ἀγοραίας καὶ ἀγυιάτιδος κωμῳδίας Anon.Com.11a.1.66.
French (Bailly abrégé)
ιδος (ἡ) :
1 voisine;
2 qui concerne le culte d'Apollo Agyieus, « protecteur des rues ».
Étymologie: fém. de ἀγυιάτης.
German (Pape)
ιδος, ἡ,
1 θεραπεῖαι. Eur. Ion. 198, Verehrung des Apollo ἀγυιεύς,
2 Nachbarin, Genossin; Pind. P. 11.1 nennt Semele Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις.
Russian (Dvoretsky)
ἀγυιᾶτις:
I ιδος ἡ соседка (Σεμέλα Ὀλυμπιάδων ἀ. Pind.).
II ιδος adj. f совершаемая в честь Аполлона Дорожного (θεραπεῖαι Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγυιᾶτις: -ιδος, ἡ, θηλ. τοῦ προηγ., ώς τὸ κωμῆτις, γείτων, γειτόνισσα, Πινδ. Π. 11. 2. ΙΙ. ὡς ἐπίθ. ἀγυιάτιδες θεραπεῖαι, ἡ λατρεία τοῦ Ἀγυιέως Ἀπόλλωνος, Εὐρ. Ἴων 186 (λυρ.).
English (Slater)
ᾰγυιᾱτις dwelling among, c. gen. Σεμέλα μὲν Ὀλυμπιάδων ἀγυιᾶτις (ἀγυιᾶτι coni. Christ. cf. Kambylis, Anredeformen, 138 n. 1.) (P. 11.1)
Greek Monotonic
ἀγυιᾶτις: -ιδος, ἡ, θηλ. του προηγ.· ως επίθ., ἀγυιάτιδες θεραπεῖαι, η λατρεία του Αγυιέα Απόλλωνα, σε Ευρ.
Middle Liddell
adj., ἀγυιάτιδες θεραπεῖαι the worship of Apollo Agyieus, Eur.