θοίνα

Revision as of 14:01, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

Greek (Liddell-Scott)

θοίνα: ἡ, ἴδε θοίνη.

English (Slater)

θοίνα
   1 feast εὐ]δαιμόνων βρομιάδι θοίνᾳ πρέπει[ Δ. 1. 11.

English (Slater)

θοίνα
   1 feast εὐ]δαιμόνων βρομιάδι θοίνᾳ πρέπει[ Δ. 1. 11.