ἑκατέρωθι

Revision as of 14:03, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (21)

English (LSJ)

Adv.

   A on either side, Pi.O.2.69, Hdt.2.19,106, Arist.Ath.54.8, etc.

German (Pape)

[Seite 752] auf jeder von beiden Seiten, auf beiden Seiten; Pind. Ol. 2, 76 u. Sp., wie D. Cass. 43, 1.

Greek (Liddell-Scott)

ἑκᾰτέρωθι: ἐπίρρ., καθ’ ἑκάτερον μέρος, Πινδ. Ο. 2. 124, Ἡρόδ. 2. 19, 106, Ἀριστ.

French (Bailly abrégé)

adv.
à chacun des deux côtés, des deux côtés sans mouv.
Étymologie: ἑκάτερος, -θι.

English (Slater)

ἑκᾰτέρωθι
   1 on either side ὅσοι δ' ἐτόλμασαν ἐστρὶς ἑκατέρωθι μείναντες ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψυχάν (ἐν τῷ ὑπὲρ γῆν καὶ ὑπὸ γῆν. Σ.) (O. 2.69)

English (Slater)

ἑκᾰτέρωθι
   1 on either side ὅσοι δ' ἐτόλμασαν ἐστρὶς ἑκατέρωθι μείναντες ἀπὸ πάμπαν ἀδίκων ἔχειν ψυχάν (ἐν τῷ ὑπὲρ γῆν καὶ ὑπὸ γῆν. Σ.) (O. 2.69)