ἀγγαρήϊος

Revision as of 11:44, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_1)

Greek (Liddell-Scott)

ἀγγᾰρήϊος: ὁ, Ἰων. τύπ. = ἄγγαρος, Ἡρόδ. 3, 126. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. ἀγγαρήϊον, τό, τὸ σύστημα τῶν ἐφίππων ταχυδρόμων ἐν Περσίᾳ, ὁ τῶν ἀγγάρων δρόμος, ὁ αὐτ. 8. 98.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
courrier persan, requis par corvée de relais en relais pour le service du roi.
Étymologie: ion., de ἄγγαρος.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ correo, mensajero real ἀ. Δαρείου Hdt.3.126.