ἀστεροδίνητος

Revision as of 12:05, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_7)

English (LSJ)

ον, (δῑνέω)

   A brought by the revolution of the stars, Procl.H.1.49.

Greek (Liddell-Scott)

ἀστεροδίνητος: -ον, (δῑνέω) ὁ ἐπιφερόμενος διὰ τῆς περιδινήσεως ἢ περιστροφῆς τῶν ἀστέρων, εἰ δέ τι μοιριδίοισιν ἑλιξοπόροισιν ἀτράκτοις ἀστεροδινήτοις ὑπὸ νήμασιν οὐλοὸν ἄμμιν ἔρχεται Πρόκλ. Ὕμν. 1. 49.

Spanish (DGE)

-ον
arrastrado por el movimiento de las estrellas e.d. fatal ἀτράκτοι Procl.H.1.49.