τό, Dim. of δεσπότης, Aristaenet.1.24.
[Seite 551] τό, dim. zum vor., Aristaen. 1, 24.
δεσποτίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ δεσπότης, Ἀρισταίν. 1. 24.
-ου, τόdim. de δεσπότης amito en sent. erót. ὦ ἐμὸν δ. Aristaenet.1.24.32.