Δωδώναθεν

English (Slater)

Δωδώνᾱθεν from Dodona Νεοπτόλεμος δ' ἀπείρῳ διαπρυσίᾳ (sc. κρατεῖ) βουβόται τόθι πρῶνες ἔξοχοι κατάκεινται Δωδώναθεν ἀρχόμενοι πρὸς Ἰόνιον πόρον (N. 4.53)

Spanish (DGE)

v. Δωδώνηθε.

Russian (Dvoretsky)

Δωδώνᾱθεν: adv. из Додоны Pind.