Νικηφόρια

English (LSJ)

Doric Νικαφόρια, τά, festival of Athena Νικηφόρος, SIG 629.24 (Pergam., ii BC).

Greek Monolingual

Νικηφόρια, δωρ. τ. Νικαφόρια, τὰ (Α) νικηφόρος
1. εορτή με αγώνες που θεσπίστηκε προς τιμήν της Νικηφόρου Αθηνάς από τον Ευμένη Β' στην Πέργαμο
2. αγώνες που γίνονταν στην Αίγινα.