Ταΰγετον
English (LSJ)
Ion. Τηΰγετον, τό, Mount Taygetus, between Laconia and Messenia, Od.6.103, Hdt.4.145, etc.: later Ταΰγετος, ὁ, Plu.2.601d, Luc.Icar.11 (s.v.l.).
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
au plur. Ταΰγετα;
le Taygète, chaîne de montagnes entre la Laconie et la Messénie.
Étymologie: ταΰς et γίγνομαι, litt. « la grande montagne ».
Russian (Dvoretsky)
Τᾱΰγετον: эп.-ион. Τηΰγετον (ῠ) τό Таигет (горный кряж вдоль лаконско-мессенской границы) Hom., HH, Hes., Arph.
Greek (Liddell-Scott)
Ταΰγετον: Ἰων. Τηύγετον, τό, ὅρος μεταξὺ Λακωνικῆς καὶ Μεσσηνίας, Ὀδ. Ζ. 103, Ἡρόδ., κλπ.· μεταγεν. Ταΰγετος, ὁ, Πλούτ., Λουκ.
Greek Monotonic
Τᾱΰγετον: Ιων. Τηΰγετον, τό, το όρος Ταΰγετος, μεταξύ Λακωνίας και Μεσσηνίας, σε Ομήρ. Οδ., Ηρόδ. κ.λπ.