Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
αισθητισμός
Greek Monolingual
ο αισθητικό ρεύμα τών μέσων του 19ου αιώνα, που αποτελεί ώς ένα σημείοεξέλιξη τών ρομαντικών ιδεών. [ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. esthetisme (<esthete< ελλην. αισθητής) + -isme, πρβλ. -ισμός].