η (Γυμναστ.)στάση, κατά την οποία το σώμα ανυψώνεται με αργό ρυθμό στηριζόμενο στα δάχτυλα τών ποδιών.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ακρο- (Ι) + στάσις < ίστημι «στέκομαι»].