η (AM ἀταραξία) ατάρακτοςμέτρο συμπεριφοράς, συμμετρία, έλλειψη ταραχής και θαυμασμούνεοελλ.1. η έλλειψη ταραχής, η ηρεμία2. (νευρολ.) ηρεμία που οφείλεται σε έλλειψη νευροψυχικών αντιδράσεων.