βιογραφία
English (LSJ)
ἡ, biography, Dam.Isid.8.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ biografía Dam.Isid.p.317.
German (Pape)
[Seite 445] ἡ, Lebensbeschreibung, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
βιογρᾰφία: ἡ, ὡς καὶ παρ’ ἡμῖν, τινὸς Φώτ. Βιβλ. 335. 114.
Greek Monolingual
η (Μ βιογραφία)
γραπτή εξιστόρηση της ζωής και της δραστηριότητας ενός σημαντικού προσώπου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βίος -γραφία < -γράφος (πρβλ. αγγλ. biography)].