γάνυσμα

German (Pape)

[Seite 474] τό, = γάνος, Paul. Sil. 74, 6.

Greek (Liddell-Scott)

γάνυσμα: -ατος, τό, = γάνος, Παῦλ. Σιλ. 74. 6.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
alegría ὕδωρ ... ἀκλήματον γ. agua ... alegría no producida por la vid Gr.Naz.M.37.1440A.