Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
γρίπη
Greek Monolingual
η λοιμώδης εμπύρετη επιδημική αρρώστια που χαρακτηρίζεται κυρίως από ρινοβρογχικό κατάρρου. [ΕΤΥΜΟΛ.<γαλλ.grippe<(ρ.)gripper «αρπάζω». Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στον Αντώνιο Ε. Παπαδάκη].