Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
δακτυλίτις
Greek Monolingual
η (Α δακτυλῖτις) νεοελλ. βοτ.γένοςφυτών από τα οποία το γνωστότερο είναι η δακτυλίτις η πορφυρά αρχ. το φυτό αριστολοχεία η μακρά. [ΕΤΥΜΟΛ.<δάκτυλος. Η ονομασία του φυτού οφείλεται στο σχήμα της ρίζας του που μοιάζει με δάχτυλο].