δαμότας

English (LSJ)

Doric for δημότης.


English (Slater)

δᾱμότας fellow townsman ἔν τε δαμόταις ὄμματι δέρκομαι λαμπρόν (N. 7.65)

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δᾱμότᾱς, ὁ Dor. voor δημότης.