δεκαδοῦχος

English (LSJ)

ὁ, one of the ten, Harp.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ miembro del consejo de los diez que sucedió al gobierno de los treinta tiranos en el 403 a.C., Lys.Fr.79S., Phot.δ 149.

German (Pape)

[Seite 542] ὁ, Decemvir, Lys. frg. bei Harpocr.

Russian (Dvoretsky)

δεκᾰδοῦχος:декадух, член правительства десяти (Lys., см. δέκα).

Greek (Liddell-Scott)

δεκαδοῦχος: ὁ, (δεκάδα, ἔχων) εἷς ἐκ τῶν δέκα, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ.

Greek Monolingual

δεκαδοῦχος, ο (Α)
ένας από τους δέκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δεκάς (-άδος) + -ουχος < έχω].