ἡ,διάζευξις, AP5.8 (Rufin.).
[Seite 578] ἡ, dass.; μουνολεχής Rufin. 25 (V, 9).
διαζῠγία: ἡ разлука (τινός Anth.).
διαζῠγία: ἡ, = διάζευξις, Ἀνθ. Π. 5. 9.
διαζυγία, η (Α) διαζευγνύωη διάζευξη.