Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
δολάριο
Greek Monolingual
το νομισματική μονάδα τών ΗΠΑ κυρίως ($), του Καναδά ($CAN) και άλλων κρατών. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. dollar< αρχ. γερμ. daler<Thaler «τάλιρο»)].