1. καθιστώ κάτι ίσο με το μηδέν, εξαφανίζω («εκμηδενίζω τις πιθανότητες για οικονομική ανάκαμψη»)2. αχρηστεύω τελείως («εκμηδένισε τους αντιπάλους του»).