Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ζυγόμορφος
Greek Monolingual
-η, -ο βοτ. αυτός που παρουσιάζει το φαινόμενο της ζυγομορφίας, της αμφίπλευρης συμμετρίας ως προς ένα κατακόρυφο επίπεδο. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zygomorphous (<ζυγός+ -μορφος<μορφή)].