θεραπαινίς
English (LSJ)
German (Pape)
[Seite 1199] ίδος, ἡ, dasselbe, Plat. Legg. VII, 808 a.
Russian (Dvoretsky)
θερᾰπαινίς: ίδος ἡ Plat., Men. = θεράπαινα.
Greek (Liddell-Scott)
θερᾰπαινίς: -ίδος, ἡ, = θεράπαινα, Πλάτ. Νόμ. 808A, Μένανδ. Ἑαυτ. 3.
Greek Monotonic
Middle Liddell
θερᾰπαινίς, ίδος = θεράπαινα, Plat.]