κατάθλιψις

English (LSJ)

-εως, ἡ, pressing down, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 1349] ἡ, das Unterdrücken, Zerquetschen.

Greek (Liddell-Scott)

κατάθλιψις: -εως, ἡ, καταπίεσις, Γλωσσ.