καταπόδα

German (Pape)

[Seite 1371] u. καταπόδας, wird besser getrennt geschrieben, s. πούς.

Greek (Liddell-Scott)

καταπόδα: -πόδας, ὁ ὀρθὸς τύπος κατὰ πόδ-, ἴδε πούς Ι. 4. β.

Greek Monolingual

βλ. καταπόδι.

Greek Monotonic

καταπόδα: -πόδας, λιγότερο ορθοί τύποι αντί κατὰ πόδα, κατὰ πόδας.

Middle Liddell

-po/das, less correct forms for κατὰ πόδα, κατὰ πόδας.