κροκίζω

English (LSJ)

to be like saffron, Dsc.2.179; ὀσμὴ -ουσα Plu.Them.8.

German (Pape)

[Seite 1511] dem Saffran gleichen, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

κροκίζω: (κρόκος) εἶμαι ὅμοιος πρὸς κρόκον, Διοσκ. 2. 210.

Greek Monolingual

κροκίζω (Α) κρόκος
μοιάζω με το φυτό κρόκος («και ὀσμὴν κροκίζουσαν ἀναδίδωσιν», Πλούτ.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κροκίζω [κρόκος] op saffraan lijken.