κροκίζω
English (LSJ)
to be like saffron, Dsc.2.179; ὀσμὴ -ουσα Plu.Them.8.
German (Pape)
[Seite 1511] dem Saffran gleichen, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
Greek Monolingual
κροκίζω (Α) κρόκος
μοιάζω με το φυτό κρόκος («και ὀσμὴν κροκίζουσαν ἀναδίδωσιν», Πλούτ.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κροκίζω [κρόκος] op saffraan lijken.