λιτάζομαι

English (LSJ)

= λίσσομαι, IG14.2525, Arch.Anz.19.8 (Milet.), Opp. C.2.373, Orph.Fr.333 (perhaps Act.), Inscr.Perg.324 (hymn to Zeus).

Greek (Liddell-Scott)

λιτάζομαι: ἀποθ. = λίτομαι, λίσσομαι, Ἑλλ. Ἐπιγράμμ. 725. 8.

Spanish

suplicar

Greek Monolingual

λιτάζομαι (Α) λιτή
ικετεύω, λίσσομαι.

Léxico de magia

suplicar a Helios καὶ νῦν δή σε λιτάζομαι, μάκαρ, ἄφθιτε, δέσποτα κόσμου también ahora te suplico, bienaventurado, inmortal, dueño del mundo P IV 1966

German (Pape)

λιταίνω, flehen, sp.D., wie Opp. Cyn. 2.373.
[Greg.Naz. 192 (VIII.192) braucht ι auch lang.]