μελλοπρόεδρος
English (LSJ)
ὁ, president-elect of the Boule, president-designate, PGiss.54.6 (iv/v A. D.).
Greek Monolingual
μελλοπρόεδρος, ὁ (Α)
αυτός που πρόκειται να γίνει πρόεδρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + πρόεδρος.
ὁ, president-elect of the Boule, president-designate, PGiss.54.6 (iv/v A. D.).
μελλοπρόεδρος, ὁ (Α)
αυτός που πρόκειται να γίνει πρόεδρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλλω + πρόεδρος.