και μεμιάεπίρρ.1. με την πρώτη, μια κι έξω, με μία κίνηση ή με μία μόνο ενέργεια2. ξαφνικά, απότομα.[ΕΤΥΜΟΛ. Από τη φρ. με μια, με επίδραση του διὰ μιᾶς].