μεταξοβάμβακας

Greek Monolingual

ο
ίνες βαμβακιού και φυσικού ή τεχνητού μεταξιού, αναμεμιγμένες, οι οποίες χρησιμοποιούνται ως παραγέμισμα μαξιλαριών ή στρωμάτων, αλλ. καπόκ.