μικροβασιλεύς

English (LSJ)

-έως, ὁ, = μικρὸς βασιλεύς, Id.81.35, etc.

German (Pape)

[Seite 183] ὁ, kleiner König, Eust. 61, 27, oft.

Greek (Liddell-Scott)

μῑκροβᾰσῐλεύς: έως, ἡ, = μικρὸς βασιλεύς, Εὐστ. 81. 35, κτλ.

Greek Monolingual

μικροβασιλεύς, -έως, ὁ (Μ)
βασιλιάς μικρού κράτους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)- + βασιλεύς.