μολυβδασφάλεια

Greek Monolingual

η
(ηλεκτρολ.) μολύβδινο σύρμα που τοποθετείται σε ηλεκτρικά κυκλώματα και λειώνει όταν η ένταση του ρεύματος είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα να επέρχεται διακοπή του κυκλώματος.