Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μολυβδασφάλεια
Greek Monolingual
η (ηλεκτρολ.) μολύβδινο σύρμα που τοποθετείται σε ηλεκτρικά κυκλώματα και λειώνει όταν η ένταση του ρεύματος είναιμεγάλη, με αποτέλεσμα να επέρχεται διακοπή του κυκλώματος.