Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μουστάρδα
Greek Monolingual
η καρύκευμα που παρασκευάζεται από τα καυτερά στη γεύση σπέρματα ορισμένων φυτών της οικογένειας σταυρανθή ή βρασσικίδες κ.ά. υλικά. [ΕΤΥΜΟΛ.< ιταλ. mostarda].