ο 1. (με θωπευτική σημ.) ο πατερούλης («αύριο θά'ρθει ο μπαμπάκας μου») 2. χρησιμοποιείται και με ειρωνική σημασία («ας είναι καλά ο μπαμπάκας του που τόν χαρτζιλικώνει κάθε τόσο»).