Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ναρκοθέτιδα
Greek Monolingual
και ναρκοθέτις, η ναυτ. το ναρκοβόλο. [ΕΤΥΜΟΛ.<νάρκη+ -θέτις (<θέτης<τίθημι), πρβλ.ιστο-θέτιδα. Η λ., στον λόγιο τ. ναρκοθέτις, μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδαΕφημερίς].