wrap in clouds, in Pass., Sch.Il.15.153.
νεφελίζω: περιβάλλω διὰ νεφελῶν, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ξ. 153.
νεφελίζω (Α) νεφέληπεριβάλλω ή καλύπτω με νεφέλες.